fbpx
 

LifeΣτις σκέψεις ενός ενοχικού | Create the Life You Desire

«Φταίω. Φταίω σου λέω! Μη ρωτάς πώς, γιατί, πού κι ως πού ευθύνομαι. Ανήκει η απάντηση στα ευκόλως εννοούμενα, έχω περιθώριο λοιπόν για μια μικρή παράλειψη. Άλλωστε δεν είναι η πρώτη φορά. Σαν κατάρα που απελευθερώθηκε από σπασμένο καθρέφτη, έτσι με κυνηγούν τα λάθη μου και, αλήθεια, δεν ξέρω πια πώς να τους ξεφύγω.
»Άλλη μία αποτυχία. Και πόσο αφελές από μεριάς μου να πιστέψω ότι είχα την ευφυία να το κάνω αυτήν τη φορά να πετύχει. Θέλουν μυαλό οι σχέσεις, ανόητε, θέλουν! Δεν το ήξερες; Θέλουν σ’ έναν βαθμό συγκέντρωση, παρατηρητικότητα. Αλλά εσύ που; Δεν μπορώ ν’ αγοράσω καν το σωστό μπουκάλι γάλα από το σούπερ μάρκετ. Πάντα έφερνα πίσω αυτό που δεν πίνει, “που δίνει μια περίεργη γεύση στον καφέ”, που είναι λάθος. Πόσες φορές μου έλεγε γι’ αυτό το αναθεματισμένο γάλα. Κι εγώ, εκεί το άλλο! Ανόητε άνθρωπε! Αν ούτε ένα σωστό μπουκάλι γάλα δεν ξέρεις να φέρεις, αν δεν μπορείς ούτε καν να προσφέρεις ένα ρόφημα όπως το επιθυμεί, για να κάνεις τον άνθρωπό σου να χαμογελάσει, πώς ακριβώς περιμένεις να τον κρατήσεις;
»Θέλουν “ναι” οι σχέσεις. Όλοι το ξέρουν. Να είσαι διατεθειμένος να κάνεις κι ένα βηματάκι πίσω, ή και δύο, τρία, τέσσερα, εκατόν τέσσερα – ποιος μετράει, διάολε, όταν απέναντί σου έχεις ένα πρόσωπο που αγαπάς! Μα εγώ; Είχα το θράσος να τυλίγω τα “όχι” μου σε φτηνές δικαιολογίες. “Δε θέλω να πάω γυμναστήριο σήμερα, προτιμώ να κάτσουμε αγκαλιά στον καναπέ μας” λες και σου χρωστάει ο άλλος να ξαπλώνει δίπλα σ’ ένα σώμα που δεν μπορεί να τον ελκύσει. “Δεν μπορώ να βγούμε σήμερα, έχω να τελειώσω το πρότζεκτ στη δουλειά”, σαν να λέω πως το μπόνους που κυνηγούσα -και που τόση ανάγκη είχα εκείνη τη στιγμή- ήταν πιο σημαντικό από τον άνθρωπό μου. Ανόητε άνθρωπε, έφταιξες! Πώς στο καλό προσδοκούσες μετά αφοσίωση;
»Αλλά τι κλαίγομαι. Δεν είναι κάτι πρωτοεμφανιζόμενο.  Από παιδί ακόμη ήμουν άτσαλο, άγαρμπο στις κινήσεις μου, ανόητο παιδί, ανόητο! Άφηνα το ποτήρι πάντα στην άκρη του τραπεζιού και πόσες φορές δεν πέρναγε μετά ο μπαμπάς και κατά λάθος το έριχνε. Ακόμα έχω στα αυτιά μου τη φωνή της μάνας μου. “Άχρηστε, ανεπρόκοπε”. Κι όλα αυτά για δικά μου σφάλματα. Μια φορά, χειμώνας μάλλον γύρω στα Χριστούγεννα, αντί για ποτήρι έπεσε το αγαπημένο της βάζο και οι φωνές του καβγά τους ακούστηκαν λες και πέρναγαν από μεγάφωνο. Πόσο χαζό ένα παιδί που παίζει με το αγαπημένο βάζο της μαμάς τα Χριστούγεννα! Και πόσο γελοίο να μην έχει καν την ικανότητα να το βάλει καλά στη θέση του. Πόσο ανάξιος ένας άνθρωπος που από παιδί ακόμη μόνο καβγάδες μπορεί να δημιουργεί.
»Και στη δουλειά; Μια καλή θέση. Ένας βαρύγδουπος -και τόσο παράταιρος- τίτλος, που ποτέ δεν κατάλαβα γιατί μου δόθηκε. Σε τέτοιες ταμπέλες πρέπει να αποδεικνύεσαι αντάξιος κι εγώ ούτε τις σπουδές έχω ούτε τις ικανότητες. Κι έρχονται οι υπερωρίες, μπας και αναπληρώσουν λίγο από το κενό μου. Και είναι αδήλωτες -άρα κι απλήρωτες- αφού κάποιος πιο ικανός σίγουρα θα μπορούσε να διορθώσει τα προβλήματα εντός του ωραρίου. Θα μπορούσε να χειριστεί τους υπαλλήλους, να τους καθοδηγήσει. Μα εγώ; Μόνο να προσφέρω πασαλείμματα ξέρω. Να πηγαίνω να κάνω τη δουλειά που δε βρίσκω λέξεις να τους πω πώς να κάνουν οι ίδιοι. Ανάξιος αυτός που ούτε εξήγηση δε δίνει σωστά. “Όποιος δεν έχει μυαλό έχει πόδια” έτσι μου έλεγε πάντα η μάνα, ας τρέξω λοιπόν λίγο – μου χρειάζεται.
»Φταίω. Μη ρωτάς πώς, γιατί, ούτε από πού κι ως πού. Ανήκει η απάντηση στα ευκόλως εννοούμενα, διεκδικώ λοιπόν την παράληψη που δικαιούμαι. Κι αυτό γιατί κυρίως φταίω που νιώθω να φταίω. Που δεν ακούω τους ανθρώπους που με νοιάζονται όταν μου λένε να μου φέρομαι καλύτερα και να μου δείχνω λίγη από την επιείκεια που με ευκολία προσφέρω αλλού. Φταίω που δεν ακούω τον θεραπευτή μου όταν μου μιλάει για ενοχική συμπεριφορά και σκέψεις. Φταίω. Μα ίσως και να ‘ναι στο χέρι μου να αρκεστώ στην δική μου ευθύνη…»

 

Συντάκτης: Ελένη Τουρλούκη

Γράψε σχόλιο

Το Email σου δεν δημοσιεύετε. Συμπλήρωσε τα πεδία με *